Δευτέρα 29 Ιουλίου 2013

θα μοιαζει με τροφη

μια ταξική συνείδηση κουρέλι, ρούχο τρύπιο ασιδέρωτο
που έκανα κίνηση να το πλησιάσω μα ειναι πια ξενέρωτο
διαλύθηκαν οι καστες και έγιναν δυο, πλούσιοι και φτωχοί
κάποιοι πετάνε ευρώ καλώντας σε σε πόρνη ανακωχή

στις δωρεές νοσοκομείων πεθαίνουν οι ελάχιστων ταπεινοί
βιτρίνας αγαθοεργία που θυμίζει περισσότερο ποινή
και αν κοπιάσεις να βοηθήσεις τη ψεύτικη τους πράξη
για λίγο ο δύσκολος δρόμος σου θα αλλάξει 

έστω και αν αποφάσιζες να απαιτήσεις στων πλουσίων την αυλή
στα δυο μέτρα διώχνεσαι  περνιεσαι για απειλή
σε θέλουν μακριά τους κάπου απλά να ζεις  η να πεθαίνεις
το έχουν για πολυτέλεια πως τολμάς και ανασαίνεις

δουλεία εντάσεως εργασίας και εσύ κουράζεσαι για άλλους
πομερχαρχοι με αιματινη στολή που θα διατάζουν κανιβάλους
γιατί κάποια στιγμή η σάρκα του δίπλα σου θα μοιάζει με τροφή
όσο δεν έχεις τι να φας τίποτε δεν είναι διαστροφή

έτσι και γω αποφάσισα να χαρίσω τη Ζωή μου και να φύγω
θέλω εκείνη την άρρωστη στιγμή να αποφύγω
φοβάμαι μήπως οι πλούσιοι σαν ήρωα με κηδεψουν
και κάπως έτσι  το τέλος μου να φαλκιδεψουν

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2013

για καποια σκουπιδια

είμαι φτωχός που νιώθει πλούσιος σε τρύπια ενδυμασία
κάποιοι το λένε τίμημα και  για άλλους δοκιμασία
καλύτερα παλιάτσος στη κοψιά να δείχνω για αλήτης
παρα για όπλο την ψευτιά και να μαι ασφαλίτης

άστεγος σε κίβδηλους καιρούς και οι γύρω με χλευάζουν
σε φαισμπουκ και σε τουιτερ φωτογραφία μ ανεβάζουν
και από κάτω σχόλια πως είμαι γέννημα τις κρίσης
μπορεί και ανήθικος πρεζάκιας που ζει με καταχρήσεις

και όταν τους λέγω καθίστε να αλλάξουμε το κόσμο μάγκες
η λύση για το αύριο δεν είναι να αποφύγεις τις παράγκες
μια πρώτη πράξη επανάστασης είναι απλά να αγκιαλιαστουμε
να βρούμε τις δυνάμεις μας σιμά να πορευτούμε

μα εκείνοι νιώθουν πως απλώς γελούν με έναν επαίτη
που ξέφυγε από τον καθωσπρεπισμό και κάνει το δραπέτη
και μου πετούνε δυο δολάρια λες και τους είπα χρήματα
λοβοτομή τους έκαναν για αυτό ανοίξτε τα ιδρύματα

αν το διαβατήριο είναι η αδικία με προτιμώ λαθρεπιβάτη
στα σάπια όνειρα των ισχυρών που ψάχνουν υπνοβάτη
απέχω, διαδηλώνω και  φωνάζω βρωμάνε σαν σκουπίδια
έχουν ανθρωπινή μορφή  και σου γεννούν αποκαΐδια

Τρίτη 23 Ιουλίου 2013

οι 5 αισθησεις

βγαίνει η πανσέληνος το πιο ολόγιομο φεγγάρι
εκείνο που αγάπησες αυτό που σ ιντριγκαρει
αφή, ακοή, όσφρηση, γεύση, όραση πέντε αισθήσεις
όλες με έρωτα ντυμένες αρκεί να προσπαθήσεις

ας δέσουμε τα μάτια σου για πες μου τι σ αγγίζει
επεξεργασου με στα χέρια σου τολμά και σε ερεθίζει
σφιχτά να με κρατήσεις  και άρχισε να με χαϊδεύεις
θέλω εσένα για δασκάλα μου που ξέρεις να εκπαιδεύεις

δώσε και βάση στη φωνή  στο αυτί σου ψιθυρίζω
τονίζοντας το πόσο σε ποθώ τη σκέψη συνασπίζω
λόγια που έρχονται στο νου και ας ντύθηκες σεμνά
μα η διάθεση μου όρισε τα πάντα πιθανά

μυρίζουν τα δυο σώματα ωσάν ερωτικό μπουμπούκι
δίνουν την έναρξη και το ρυθμό να ανοίξει το σεντούκι
αρώματα που κρύφτηκαν σαν να ναι το κορμί μπουκάλι
αισθησιασμός στο φλογιστρο και τράβα τη σκανδάλη

κρασιά από τον Όλυμπο το νέκταρ και το διονυσιασμό
κρυμμένα ονειρατα που ξύπνησαν απ τον αισθησιασμό
και οι γεύσεις των αφροδισιακών που έφτιαξα για σένα
ευφράνουν τις λαγνείες σου που ήταν στα κρυμμένα

άνοιξε τα ματάκια σου να νοιώσουνε και κεινα ηδονή
ας δούνε τα παιχνίδια μου που φέρνουν προσμονή
να πιάσουνε το νόημα πως δεν μιλάμε απλα για συνουσια
στα προστυχα μου σχεδια δηλωνουν παρουσια

Παρασκευή 19 Ιουλίου 2013

φιλε παιδικε

δυο δράμια θάνατο μου σύστησε ένας φίλος παιδικός
το πρότεινε για φάρμακο γυρνούσα από αγάπη νηστικός
ανούσια η Ζωή εκείνου που δεν κατάφερε  ποτέ να αγαπηθεί
εκείνου που δεν μπόρεσε για έναν έρωτα να καυχηθεί

να φτάσε η στιγμή να μάθω τι κρύβεται κάτω απ το θάνατο;
το νιώθω πως η αύρα της ψυχής μου θυμίζει ετοιμοθάνατο
φίλε παιδικέ φερε μου κάτι αιχμηρό ίσως ένα μαχαίρι μυτερό
 κανε για μένα προσευχή να εντοπίσω ένα λιμάνι σκιερό

φίλε παιδικέ βρες μου ένα θάνατο χωρίς να νιώσω πόνο
τον κράτησα στα χέρια από μικρός για αυτό και μαραζώνω
θέλω να είσαι δίκαιος σε όσους με αποκαλέσουνε δειλό
εσύ το ξέρεις πως οι μοίρες μου φυλάγανε αστέρι χαμηλό

και αν βρεις κάποια που τη φωτογραφία μου λατρέψει
δώσε της χάδι στοργικό που θα τη σημαδέψει
πες της πως δεν την ξέρω μα σίγουρα την ποθώ
και όταν  τελειώσει ο χρόνος της τα μάτια της βρω

πες της που θα κοιμάμαι να αφήσει δυο λουλούδια
και ίσως εκεί που κατοικώ να αρχίσω τα τραγούδια
φίλε παιδικέ θα της φυλάγω το πιο μεγάλο ευχάριστό
ανοίξτε μου τον τάφο μου μαζί της να τον μοιραστώ

αντίο και σε σένα φίλε παιδικέ και τώρα λυτρωτή
σε σένα δεν πρόκειται να αφιερώσω ομοιοκαταληξια
να ξέρεις ομως κάτι πολυ πολυ απλο φιλε παιδικε
πως οπου και να παω ετσι θα σε αποκαλω

Τετάρτη 17 Ιουλίου 2013

αραγε

για δες που ακόμα και η Ζωή κρύβει αισθήματα θανάτου
απ τη καρδία ενός τίμιου μέχρι του πιο φευγάτου
για δες που ακόμα και ο θάνατος θυμίζει κάτι από Ζωή
το πτώμα ενός ζώου την ύπαρξη ενός άλλου ευνοεί

βλάσφημος όποιος δεν λαχταρά το γέλιο στις κηδείες
τα μνήματα των φίλων μας θυμίζουν μαύρες κωμωδίες
γιατί στο τέλος μιας ψυχής αρχίζει η πνοή μιας άλλης
μακάριος όποιος το θάνατο όρισε σαν αλλαγή σκυτάλης

σαν γεννηθεί ένα μωρό τα δάκρυα εκείνο αρχίζει  
αβέβαιο το μέλλον του για αυτό και καυγαδίζει
και  όποιος το κλάμα του δεν βλέπει με συμπόνια
βλάσφημος θα ναι σίγουρα θα τρέμει τα αηδόνια

άραγε τι είναι βέλτιστο να ζει κανείς και να αναπνέει
η να μιλήσει με το θάνατο που ρήτορες εμπνέει
ρητορικό το δίλημμα ποιος ξέρει να απαντήσει
να μην κοιτάξεις ουρανό διάλεξε να σιωπήσει

Κυριακή 14 Ιουλίου 2013

το πατρικο μου σπιτι

πριν κάτι μέρες βρέθηκα στη παλιά μου γειτονία
το πατρικό μου σπίτι ερείπιο, σπασμένη κλειδωνιά
μπήκα συγκινημένος να δω τι έχει πια απομείνει
μα οι άνθρωποι του έφυγαν  και επικρατεί ειρήνη

εντάσεις πόθοι αγάπη  και τώρα πια ποντίκια
οι τοίχοι του κατέρρευσαν στο πάτωμα χαλίκια
πεσμένες οι αφίσες των παιδικών μου χρόνων
πρότυπων απ το χτες αλλά και δολοφόνων

μαμά μπορείς να μου πεις που είναι τα παιχνίδια;
πάτερα έχω κλειδωθεί μου φέρνεις αντικλείδια;
θυμάσαι κάποτε αδερφέ που έσπασες το βάζο
εγώ είμαι που σε κάρφωσα ακόμα διασκεδάζω

μυρίζουν οι αναμνήσεις φρέσκο δυόσμο και λεβάντα
τις πότιζα πριν κοιμηθώ τις γλάστρες στη βεράντα
αδιάβαστος για μια Ζωή μα το κρεβάτι μου έστρωνα
μηδενικά στα διαγωνίσματα και ζαβολιές κατάστρωνα

μεγάλωσα κουράστηκα θα θελα να γυρίσω πίσω
πιτσιρικάς να ξαναγεννηθώ το δέντρο να στολίσω
και ας ξέρω πως είναι αδύνατον δεν παίζουμε ταινία
το παρελθόν μου αντάμωσα ζητώ φιλοξενία

μαμά μπορείς να μου πεις που είναι τα παιχνίδια;
πάτερα έχω κλειδωθεί μου φέρνεις αντικλείδια;
θυμάσαι κάποτε αδερφέ που έσπασες το βάζο
εγώ είμαι που σε κάρφωσα ακόμα διασκεδάζω

Σάββατο 13 Ιουλίου 2013

μεχρι που

βρέχει έξω και έχεις πιει,  καλύτερα μην οδηγήσεις
ο δρόμος είναι δύσκολος, φοβάμαι μην χτυπήσεις
η πρόταση μου  πρόδηλη και στρώνω το κρεβάτι
τη νύχτα μου να μοιραστώ με θηλυκό λαθρεπιβάτη

οι πυτζάμες που σου δάνεισα το σώμα σου φωτίζουν
και τη ματιά σου διαπερνούν το γέλιο μου υπνωτίζουν
η θέση μου είναι δύσκολη  τον ύπνο σου χαζεύω
μια ώρα σε χω πλάι μου και αρχίζω και ζηλεύω

εσύ κοιμάσαι δίπλα μου και γω φοβάμαι  να σε αγγίξω
και ας ξέρεις πως σε αγαπώ και ας θέλω να ορμηξω
μα η οδηγία σου σαφής πως θα μαστε για πάντα φίλοι
να ξερες πόσο λαχταρώ να σε αισθανθώ στα χείλη

άραγε θα ρθει η στιγμή που θα ποθει μονάχα εμένα
να της ξεπλέκω τα μαλλιά που θα ναι μπερδεμένα
αστέρια διαφωτίστε με και δώστε μου μια λύση
την έπλασαν σαν άγγελο και με έχει παραλύσει

μέχρι που

άκουσα τη φωνή σου και κατάλαβα ποια είναι η πρόθεσή σου
είδα και το γυμνό κορμί σου και φαντάστηκα τη διάθεση σου
ξημέρωσε  και συ με ένα νάζι να μου φωνάζεις καλημέρα
ήχος που στη καρδία μου φώλιασε και μου φτιάξε τη μέρα

Παρασκευή 12 Ιουλίου 2013

ονειρο στη θαλασσα

ξέρω πως και σήμερα λείπεις θα είσαι κάπου μακριά
μέχρι που βράδιασε, μικρο ταξίδι έχω βάλει στα σκαριά
κλείνω τα μάτια μου να κολυμπήσω σε όνειρο
στα δίχτυα του κορμιού μου σε θέλω όμηρο

ταξίδεψα σε μια παραλία  παρθένα άγρια ερημική
από αυτές που μόνο σκάφη πάνε και είναι μαγική
επίσημη προσκεκλημένη μόνο μια έχω για το βράδυ
σε περιμένω ημίγυμνη και η θάλασσα είναι λάδι

ένα μαγιό που να φωτίζει την ερωτική σου διάσταση
στη λίμπιντο σου να χαθώ και ας φέρω επανάσταση
ένα τρελό παιχνίδι έρωτα με ζαβολιές και όχι κανόνες
τα βήματα σου με έφτασαν και ξύπνησαν ορμόνες

ελα για μια βουτιά, νεράιδα, φοβάμαι να μαι μοναχός
όταν δεν είσαι δίπλα μου αισθάνομαι και πιο φτωχός
τα αστέρια αυτόπτες μάρτυρες όλα τα καταγράφουν
τα μάτια μου σαν φλέγονται και πόθο που διαγράφουν

κούρδισα τη κιθάρα μου για σένα τρυφερουδι
οι παρτιτούρες  έτοιμες  και αρχίζει το τραγούδι
θέλω τους στίχους μου γλυκούς να φέγγουν τη ψυχή σου
να έλκουνε την αύρα σου να δένουν στο φιλί σου

ώσπου το όνειρο μου τέλειωσε και σε κρεβάτι βρέθηκα
ήταν τόσο γλυκό και ανέμελο στις ηδονές του αφεθηκα
το αρωμα σου ξεθαψα και το κραγιον σου βρηκα
το έχω στο ντουλαπι θα τα φυλω σαν προικα

Πέμπτη 11 Ιουλίου 2013

το νεο συμβολαιο

τα τυπικά απέμειναν στην νέα συμφωνία
οι υπογραφές συνέπεσαν με μια δολοφονία
και οι όροι άγνωστοι για τους φτωχούς της γης
έξαλλου είναι υπάκουοι της κάθε διαταγής

συμβόλαιο ανήθικο φιμώνουν την ελπίδα
το αύριο σου δάκρυσε στημένη η παρτίδα
η επανάσταση σου κάπου στο δρόμο ξέμεινε
κάποιοι τη δολοφόνησαν το άδικο παρέμεινε

μην μιλάτε μην κινείστε μην σκέφτεστε
μην αγαπάτε μην φιλάτε να ντρέπεστε
μην κοιτάτε μην ζητάτε να κοιμάστε
να ξεχνάτε να μισείτε να φοβάστε

η εξουσία πέρασε στους λίγους, στα λεφτά
το παρακράτος έδρασε και κείνο στα κρυφτά
και φυσικά κανένας δεν σου ζήτησε μια γνώμη
για πρόσεξε γιατί σε δέρνουν και αστυνόμοι

το νέο μνημόνιο ίδιο ακριβώς με το παλιό
μα είναι πια παγκόσμιο ανούσιο το φευγιό
με στάτους απ το φεισμπουκ κυλάει ο αιώνας
τα μην τα όχι και τα δεν έγιναν πια κανόνες

μην μιλάτε μην κινείστε μην σκέφτεστε
μην αγαπάτε μην φιλάτε να ντρέπεστε
μην κοιτάτε μην ζητάτε να κοιμάστε
να ξεχνάτε να μισείτε να φοβάστε

νεκροταφειο

περιπλανώμενος σε ένα μυστήριο νεκροταφείο αδικημένων
υγρό και ανήλιαγο το τελευταίο σπίτι των ηττημένων
ούτε ο θάνατος δεν κατάφερε να τους σώσει
τον πίστεψαν μα τους έχειν και κεινος πληγώσει

αυτόχειρες, και πληγωμένοι σιμά σε διπλανά κρεβάτια
μα είναι ακόμα ανήσυχοι και ψάχνουν μονοπάτια
αναζητούν νέα έξοδο να βρούνε  μια πατρίδα
ο θάνατος τους πούλησε δεν βρίσκουν ηλιαχτίδα

γριές που μια κατάρα της ήθελε για παντα παρθένες
ψυχές που θέλησαν μα βγήκαν χαμένες
ματωμένα πουκάμισα που πότε δεν λυτρωθηκαν
φωνές επανάστασης  που στο τέλος φιμώθηκαν

ώσπου ο άνεμος με πέταξε σε  τάφο στολισμένο
το χώμα του ήταν πρόσφατο το μνήμα γυαλισμένο
και μια φωνή στεντόρεια μου φώναζε να σκαψω
ο χώρος φτιάχτηκε για με, το σώμα μου να θάψω

δεν πρόλαβα να απολογηθώ και ακούω κλάματα
εξοδιος ακολουθία και συγγενών μελοδράματα
και γω εδώ ανήκω... το ξερα το χα καταλάβει
ο χρόνος μου ξεθώριασε και το φευγιό καράβι

θλιβερές οι στιγμές και οι πληγές συνεχίζονται
νεκρών ιστορίες που δεν ζωγραφίζονται
μα δεν μπορώ περίμενα το θάνατο καλύτερο
τον τάφο μου τον μίσησα θα φυγω το ταχυτερο

δυστυχως καποιες ψυχες δεν εχει σημασια που βρισκονται
θα ειναι ανησυχες οπου και να πανε
μια τετοια ψυχη ειμαι και γω
οποτε...

Κυριακή 7 Ιουλίου 2013

τυφλη βροχη

παγίδευσα τα μάτια σου για να κοιτούν μονάχα εμένα
να μου χαμογελούν όταν ξυπνώ και ας είναι κουρασμένα
μα ένα πρωινό που έβρεχε τα είδα να ναι δακρυσμένα
να μη αντέχουν τη ζωή και να ναι γερασμένα

πλησίασα να τα χάιδεψω
με το φιλί μου να τα γιατρέψω
στην αγκαλιά μου να τα φιλεψω
με τη καρδία μου να τα χορεύω

εκείνα ντράπηκαν μα δεν κατάφεραν το δάκρυ να εξηγήσουν
ίσως γιατί φοβήθηκαν πως κάποτε μπορεί να ναυαγήσουν
μάλλον αισθάνθηκαν πως δεν μπορούνε άλλο να με κρατήσουν

πλησίασα να τα μυρίσω
με το φιλί μου να τα τρυγισω
στην αγκαλιά μου να τα ηρεμήσω

και η βροχή δυνάμωσε και τότε μου πες πως είσαι άρρωστη
πως αύριο θα τυφλωθείς και η θεραπεία  άγνωστη

πλησίασα να τα εξετάσω
με το φιλί μου να τα ησυχάσω

μα εκείνη επέμεινε πως αύριο τα μάτια της θα χάσουν τη μαγεία τους
.............................................
............................
....................................
απομακρύνθηκα
δεν είμαι εγώ για έρωτες

Σάββατο 6 Ιουλίου 2013

ο θεος μου

συνάντησα τη νύχτα έναν άνθρωπο που έλεγε πως ήταν ο Θεός
κανε ένα θαύμα του είπα για να μπορώ και γω να σε πιστέψω
και τότε ξάφνου σάστισε και μου γνεψε πως είναι πια φτωχός
μα αν και εκείνος ξέφτισε τι νόημα έχει εγώ να το παλέψω

η μανα μου τον άγγιξε και μου πε είναι ένας τρελός ένας επαίτης
και να τον διώξουμε απαίτησε γιατί ήρθε σπίτι μας να κλέψει
αυτός είναι ένας ρέμπελος και  όχι του κόσμου ο ηγέτης
και αν πεινάτε ας παει κάπου να δουλέψει, αλλού να κοροϊδέψει

εκείνος έσκυψε είπε πως κάποτε μπορούσε μα τώρα πια φοβάται
κουράστηκε, υπέκυψε και οι κακοί  το λαμπερό του θρόνο κάψαν
τον πέταξαν από ψηλά και στο παγκάκι πια του λένε να κοιμάται
του έσκισαν τα ρούχα ,τον έκαναν θνητό, τη δύναμη του θάψαν

συνέχισε να μας μιλα ώσπου κατάλαβα πως λέγει την αλήθεια
του έδωσα να φάει και πως αν θέλει μπορεί να κοιμηθεί εδώ το βράδυ
εκείνος δέχτηκε άλλα με έναν όρο σε ότι είπαμε να υπάρχει εχεμύθεια
ο κόσμος είναι ανέτοιμος να δεχτεί πως έχασε μέχρι και του θεου το χάδι

ξημέρωσε και στο κρεβατι που ξαπλωσε  ο παραξενος υπαρχει ενα γραμμα
το ανοιξα να παρω απαντησεις γιατι εφυγε χωρις ουτε να χαιρετησει
μα σαν το τελειωσα, ανεσταξα, δεν αντεξα και αρχισα το κλαμα
η μανα μου πλησιασε και μου ανοιξε την αγκαλια της για να με ηρεμησει

οσο για το τι μου εγραφε στο γραμμα δεν μπορω να σας πω ειναι προσωπικο
αφηστε με τωρα παω να κοιταξω ουρανο μηπως τυχαια τον δω για τελευταια φορα

Πέμπτη 4 Ιουλίου 2013

απαγωγη αφροδιτης

τα βραδινά μου όνειρα αντάμωσαν τα αστέρια
την Αφροδίτη έκλεψαν και μου φέραν στα χέρια
απαγωγή ιστορική για ένα θνητό που απλά ανασαίνει
μα σαν πλησιάσει ουρανό το αδύνατο υφαίνει

κύματα την λαχταρώ  και δούλος της σε κάθε προσταγή
θεόπνευστο αμαγαλμα που έφτασε για μένα ως τη γη
για αυτό σωπάστε και αφήστε την να  σεργιανίσει
να αρχίσει ερωτικό χορό που θα με αποπλανήσει

η ακρογιάλια εγλύκανε  μας έδωσε την άδεια
να κολυμπάς να σε κοιτώ και να μοιράζω χάδια
αισθησιακό το σώμα σου στην ηδονή μου σβήνει
ο πόθος μου αδάμαστος και στο φιλί συγκλίνει

η γεύση του κορμιού σου , αέναη θαλασσινή αλμυρά
της άνοιξης χαμόγελο της χαραυγής πορφύρα
 φανατικός σου θαυμαστής της λαγνείας σου επαίτης
αμμουδιανο ξημέρωμα της γύμνιας σου υπηρέτης

καλό μας πρωινό μην φύγεις σ αγαπώ

Δευτέρα 1 Ιουλίου 2013

σπασμενα ονειρα

προσπάθησα να ζωγραφίσω  ευτυχία
μα το μολυβί δάκρυσε και πένθιμα ηχεία
δοκίμασα και με στυλό να γράψω ελευθερία
μα το μελάνι στέγνωσε, χάθηκε η ευκαιρία

τα μάτια μου εκλεισαν τους έφυγε η ελπίδα
ζαρώσανε τα χέρια μου φοβούνται για παγίδα
και πως εγώ να εκφραστω, να αντέξω, να γελάσω;
μα ποιος γελά στις φυλακές δεν θέλω να πεινασω

έκλεισαν τα παράθυρα ξεθύμανε η πλατεία
πιστεύουν πια στο άδικο σε πρόστυχη λατρεία
νυχτώνει πια νωρίς και ας είναι μεσημέρι
ο ήλιος μας παράτησε σε τούτα δω τα μέρη

φυσηξτε κύματα και διώξτε με απ τη χώρα
με κούρασε η ζωή με παίρνει η κατηφόρα
θέλω και γω να αισθανθώ ζητάω να αναπνεύσω
το στόμα μου ασάλιωτο δεν ξέρω να παλέψω

το όνειρα μου άλλαξαν προορισμό διατάζουν
μα η πυξίδα έσπασε  οι μοίρες με τρομάζουν
ο άνεμος ξεψύχησε και το φευγιό αναβληθεί
δημοκρατία έσβησε αλλάξανε τα ήθη

τιμωρία σκληρή για μια ρομαντική ψυχή
που κλαίει με τους γύρω του και ανησυχεί
θυμάσαι κείνο το ρυθμό που λέγαν στις κηδείες
για μένα πια θα τραγουδούν αυτές τις ψαλμωδίες

αρρώστιες με διαπέρασαν το μέλλον με πληγώνει
αυτό που απευχόμουνα αυτό κοντοζυγωνει
και ψες και σημερα και καθε νυχτα λιωνω
τον θανατο φοβομουνα μα τωρα τον φιλιωνω